Τα οθωμανικά χρόνια άνθησε στα μεγάλα αστικά κέντρα ένα είδος μουσικής γνωστό σήμερα με το όνομα «Οθωμανική» ή «Οθωμανική-Τουρκική» μουσική. Περιγράφεται άλλοτε ως λόγια ή «έντεχνη», ως αυλική ή «κλασική» μουσική, ήταν πάντως κατά βάση μια μουσική των πόλεων, μια αστική μουσική. Ως μουσικό ιδίωμα στηρίζεται στο τροπικό σύστημα μακάμ (makam) και στο ρυθμικό σύστημα ουσούλ (usul). Το ρεπερτόριο περιλαμβάνει κομμάτια σε συγκεκριμένες μουσικές φόρμες, οργανικές και φωνητικές, που διακρίνονται μεταξύ τους με βάση το ρυθμό, τη δομή, και, για τις φωνητικές συνθέσεις, το ποιητικό κείμενο. Σήμερα, μια τυπική ορχήστρα οθωμανικής μουσικής περιλαμβάνει όργανα όπως το κανονάκι, η πολίτικη λύρα, το ούτι, το νέι, το ταμπούρ, τα κουντούμ ή το μπεντίρ, και συχνά το τσέλο, το γιαλί ταμπούρ, και το βιολί.
Η οθωμανική αστική μουσική συγγενεύει με άλλα μουσικά συστήματα του ευρύτερου Μεσανατολικού χώρου, όπως το ιρανικό radif, η ινδική raga, το αραβικό maqam, και το shashmaqam στην κεντρική Ασία. Με απλά λόγια, θα λέγαμε ότι τα συστήματα αυτά ανήκουν στην ίδια οικογένεια τροπικών μουσικών παραδόσεων που μοιράζονται ως ένα βαθμό κοινή καταγωγή, αποτελούν όμως σήμερα διακριτές μουσικές παραδόσεις με τη δική τους ιστορία και τα δικά τους, ιδιαίτερα μουσικά γνωρίσματα. Η οθωμανική αστική μουσική ειδικότερα εξελίχθηκε σε ένα αυτόνομο ιδίωμα με ιδιοτοπικά χαρακτηριστικά και κέντρο την Κωνσταντινούπολη προς το δεύτερο μισό του 17ου αιώνα. Είχε προηγηθεί μια περίοδος όπου οι μόδες, οι μουσικές νόρμες, το ρεπερτόριο αλλά και οι πιο ακριβοπληρωμένοι μουσικοί έρχονταν από ανατολικότερα κέντρα πολιτισμού στη Μέση Ανατολή και την κεντρική Ασία, όπως για παράδειγμα το σημερινό Ιράν.
Η διαμόρφωση ενός διακριτά Οθωμανικού μουσικού ιδιώματος σηματοδοτήθηκε από αλλαγές στην τροπική, ρυθμική, και μορφολογική δομή του ρεπερτορίου καθώς και στην ορολογία. Το παλαιότερο μουσικό ρεπερτόριο, ιδίως το φωνητικό, ανανεώθηκε με νέες συνθέσεις σε νέες φόρμες, η περσική και αραβική γλώσσα έκαναν χώρο στην οθωμανική τουρκική, δύο νέες φόρμες οργανικού και φωνητικού αυτοσχεδιασμού, το ταξίμ (taksim) και το γκαζέλ (gazel) αντίστοιχα, εμφανίστηκαν. Στη σχηματοποίηση μιας διακριτά οθωμανικής μουσικής παράδοσης συνέβαλε επίσης η ιδιότυπη οργάνωση του ρεπερτορίου σε μια σύνθετη κυκλική φόρμα με το όνομα φασίλ (fasıl), ένα είδος σουίτας στο οποίο κάθε επιμέρους φωνητική και οργανική φόρμα έχει τη δική της θέση και σειρά κατά την επιτέλεση.Άλλαξε και η ορχήστρα: Μουσικά όργανα όπως τα νυκτά έγχορδα ud και kopuz, το τοξωτό έγχορδο kemançe και η άρπα çeng, που πρωταγωνιστούσαν σε αναπαραστάσεις αυλικής μουσικής έως το πρώτο μισό του 17ου αιώνα, έδωσαν σταδιακά την πρωτοκαθεδρία στο οθωμανικό ταμπούρ (tanbur), ένα νυκτό έγχορδο με πολύ μακρύ βραχίονα και σκάφος σε σχήμα ημισφαιρίου, και το οθωμανικό νέι (ney), ένα πνευστό όργανο από καλάμι που ταυτίστηκε με τα σουφικά τάγματα των Μεβλεβί δερβίσηδων. Την επικράτηση των δύο οργάνων στην οθωμανική ορχήστρα αποτύπωσε ο Μολδαβός πρίγκηπας Dimitrie Cantemir στην σπουδαία μουσική πραγματεία του με τίτλο Kitabu İlmu’l Musiki Ala Vechi’l-Hurufat («Το βιβλίο της επιστήμης της μουσικής μέσω της αλφαβητικής σημειογραφίας») που συνέγραψε γύρω στο 1700: σε μία τυπική Οθωμανική συναυλία, αναφέρει, μόνο ο tanburi και ο neyzen έχουν σταθερές θέσεις πίσω από τον hanende (τραγουδιστή)𐩐 οι θέσεις των άλλων οργανοπαικτών δεν είναι ορισμένες.
Απεικόνιση του ταμπούρ στο βιβλίο Kitabu İlmu’l Musiki Ala Vechi’l-Hurufat («Το βιβλίο της επιστήμης της μουσικής μέσω της αλφαβητικής σημειογραφίας») του Dimitrie Cantemir, περ. 1700. (Wikimedia Commons PD)
wikimediaΜουσικοί ενώπιον του Σουλτάνου. Οι καθήμενοι σε κυκλική διάταξη παίζουν νταϊρέ, νέι, ταμπούρ, kemançe, και μισκάλ. Οθωμανική μικρογραφία στο Surname-ı Vehbi, Surname-i Vehbi (To Βιβλίο των Εορτών του Βεχμπί), εικονογραφημένο από τον Abdulcelil Levni, περ. 1730 (Topkapı Sarayı Museum). (Wikimedia Commons PD)
wikimediaΜουσικοί στο Χαλέπι της Συρίας, μέσα του 18ου αιώνα. Χαρακτικό του Alexander Russell, 1794. Μουσικά όργανα από τα δεξιά προς τα αριστερά: νταϊρέ, σάζι, νέι, kemançe, nakkare. (Wikimedia Commons PD).
wikimediaΗ Οθωμανική αστική μουσική ήταν κατά βάση μια λόγια μουσική παράδοση. Καλλιεργήθηκε στα αστικά κέντρα, αντλώντας ωστόσο στοιχεία από τις λαϊκές μουσικές των επαρχιών της αυτοκρατορίας και τις δημοφιλείς μουσικές των διαφόρων κοινοτικών παραδόσεων. Υποστηρίχθηκε από μέλη των ελίτ, είχε επώνυμους συνθέτες, ιστορικότητα, ενώ συνδέθηκε με την παραγωγή μουσικολογικής θεωρίας και συστημάτων σημειογραφίας. Όμως προσοχή: Αν και λόγια μουσική, διαφέρει από την πιο οικεία μας Ευρωπαϊκή έντεχνη μουσική, στην οποία η έννοια του μουσικού «έργου» αποτυπωμένου σε ένα γραπτό κείμενο, την παρτιτούρα, είναι πρωταρχική. Η Οθωμανική αστική μουσική βασίζεται στην προφορικότητα, δεν εξαρτάται δηλαδή από το γραπτό κείμενο για την επιτέλεση και τη μετάδοσή της. Μνημοτεχνικές διεργασίες, γενεαλογίες μετάδοσης, και η ανανέωση μέσα από την επιτέλεση αποτελούν τον πυρήνα.
Έτσι, ο κύριος τρόπος που μεταδίδονταν η οθωμανική μουσική ήταν το meşk, ένας θεσμός μουσικής μαθητείας που στηρίζεται στο δεσμό και την κατά πρόσωπο μετάδοση από το δάσκαλο στο μαθητή. Ο δάσκαλος τραγουδούσε τη μελωδία τμηματικά και έπειτα ολόκληρη ενώ ο μαθητής χτυπούσε το ρυθμικό κύκλο με τα χέρια στα γόνατα. Η εκμάθηση της μελωδίας και του ρυθμικού κύκλου γίνονταν παράλληλα, και τελείωναν όταν ο μαθητής είχε εμπεδώσει και τα δύο. Κατακτώντας το ρεπερτόριο με αυτόν τον τρόπο, ο μαθητής ήταν σε θέση να το αναπαράγει παραλλάσσοντάς το και εξάγοντας τους κανόνες σύνθεσης και αυτοσχεδιασμού. Έτσι σχηματίζονταν συγκεκριμένες γενεαλογίες μετάδοσης από το δάσκαλο στους μαθητές, στις οποίες εγκιβωτιζόταν η μουσική γνώση.
Σήμερα τα πράγματα είναι αρκετά διαφορετικά, καθώς η εδραίωση της μουσικής σημειογραφίας, η εγκαθίδρυση νέων προτύπων άτυπης και τυπικής μουσικής εκπαίδευσης, και η τεχνολογία του ήχου έχουν εμπλουτίσει τις γενεαλογίες μετάδοσης και τις μορφές μαθητείας. Ωστόσο η προφορικότητα παραμένει κεντρική: Οι πιο σπουδαίες πληροφορίες που επιτρέπουν στο μουσικό να παίξει με πολιτισμικά και αισθητικά δόκιμο τρόπο, με τρόπο που να ικανοποιεί δηλαδή το μυημένο κοινό, δεν περιέχονται στο χαρτί αλλά κατακτιούνται προφορικά, μέσα από την ακρόαση, την παρατήρηση και τη δημιουργική αφομοίωση.
Πρόσφατα, το τοπίο αναδιαμορφώνεται ριζικά με τις νέες ψηφιακότητες και το διαδίκτυο, την τεχνητή νοημοσύνη και την επαυξημένη πραγματικότητα. Το παρόν πρόγραμμα οικοδομείται πάνω στις νέες δυνατότητες που προσφέρει το περιβάλλον αυτό. Ο στόχος του δεν είναι να υποκαταστήσει την προφορικότητα αλλά να προσφέρει διευρυμένες δυνατότητες κατανόησης της σχέσης που αυτή έχει με το κείμενο και την επιτέλεση, με τρόπο βιωματικό, μέσα από τη μουσική ακρόαση και πράξη. Επιτρέπει επίσης στο μαθητή και τη μαθήτρια να βρεθούν σε ένα εικονικό περιβάλλον ορχήστρας, με «συμπαίκτες» σπουδαίους και σπουδαίες μουσικούς της οθωμανικής αστικής μουσικής!
Γυναίκες μουσικοί, Μικρογραφία από το Surname-i Vehbi
(To Βιβλίο των Εορτών του Βεχμπί),
εικονογραφημένο από τον Abdulcelil Levni, περ. 1730
Topkapi Museum. Hazine. 2164, folio 17b / Topkapi Palace Library, Hazine, MS 1793
Wikimedia Commons PD
Μεβλεβί Δερβίσηδες με συνοδεία στο νέι. Τουρκία
περ. 1900-1940
Wikimedia Commons PD
Το έργο «Συναύγεια: Ρωμιοί Συνθέτες της Πόλης» υλοποιήθηκε το 2024 με την παροχή αιγίδας και οικονομικής επιχορήγησης του Υπουργείου Πολιτισμού.
Πολιτική Απορρήτου Όροι Χρήσης Πηγές Συντελεστές Παρουσίαση Επικοινωνία
© 2024 Labyrinth Musical Workshop